οινοχοημα

οινοχοημα
    οἰνοχόημα
    οἰνο-χόημα
    -ατος τό разливание вина
    

οἰ. παρέχειν τινί Plut. — угощать кого-л. вином


Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Смотреть что такое "οινοχοημα" в других словарях:

  • οινοχόημα — οἰνοχόημα τὸ (Α) [οινοχοώ] 1. ο οίνος που προσέφερε στους συνδαιτυμόνες, ο οινοχόος 2. (κατ* επέκτ.) ο οίνος που προσφερόταν δωρεάν 3. εορτή κατά την οποία προσφερόταν οίνος …   Dictionary of Greek

  • οἰνοχόημα — at which wine was offered neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»